εκθλιψις

εκθλιψις
    ἔκθλιψις
    ἔκ-θλιψις
    -εως ἥ
    1) выдавливание
    

(ἔκκρισις ὑπὸ τῆς ἐκθλίψεως Arst.)

    2) грам. эктлипс (выпадение средних букв, напр. σκῆπτον вм. σκῆπτρον)
    3) грам. элизия (опущение краткой конечной гласной перед начальной гласной следующего слова, напр. θέλοιμ΄ ἄν вм. θέλοιμι ἄν)

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "εκθλιψις" в других словарях:

  • ἔκθλιψις — squeezing out fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκθλίψει — ἔκθλιψις squeezing out fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἐκθλίψεϊ , ἔκθλιψις squeezing out fem dat sg (epic) ἔκθλιψις squeezing out fem dat sg (attic ionic) ἐκθλί̱ψει , ἐκθλίβω squeeze out aor subj act 3rd sg (epic) ἐκθλί̱ψει , ἐκθλίβω squeeze… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκθλίψεις — ἔκθλιψις squeezing out fem nom/voc pl (attic epic) ἔκθλιψις squeezing out fem nom/acc pl (attic) ἐκθλί̱ψεις , ἐκθλίβω squeeze out aor subj act 2nd sg (epic) ἐκθλί̱ψεις , ἐκθλίβω squeeze out fut ind act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκθλίψεσι — ἔκθλιψις squeezing out fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκθλίψιος — ἔκθλιψις squeezing out fem gen sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔκθλιψιν — ἔκθλιψις squeezing out fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έκθλιψη — η (AM ἔκθλιψις) 1. εξαγωγή, αφαίρεση χυμού με συμπίεση 2. αποβολή τελικού φθόγγου ή διφθόγγου που σημειώνεται με απόστροφο όταν η επόμενη λέξη αρχίζει από φωνήεν ή δίφθογγο νεοελλ. ειδική μέθοδος εξαγωγής τών αιθέριων ελαίων αρχ. κατάθλιψη, θλίψη …   Dictionary of Greek

  • ἐκθλίψεως — ἐκθλίψεω̆ς , ἔκθλιψις squeezing out fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκθλίψῃ — ἐκθλίψηι , ἔκθλιψις squeezing out fem dat sg (epic) ἐκθλί̱ψῃ , ἐκθλίβω squeeze out aor subj mid 2nd sg ἐκθλί̱ψῃ , ἐκθλίβω squeeze out aor subj act 3rd sg ἐκθλί̱ψῃ , ἐκθλίβω squeeze out fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»